Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011

11. 3η Επίσκεψη

Ένιωθα τα πόδια μου ασυνήθιστα βαριά παρότι φορούσα αθλητικά μια κι είχε φτιάξει για τα καλά ο καιρός. Με το τζιν παντελόνι και την ανοιξιάτικη μπλούζα είχα μια εμφάνιση μάλλον για καφέ παρά για επίσκεψη στον κύριο Γ. όπου συνήθιζα αν μη τι άλλο στις 2 προηγούμενες επισκέψεις να έχω αρκετά προσεγμένη εμφάνιση. Μάλλον το βάδισμα βάραινε από την προοπτική να θιγούν ακόμη δυσκολότερα θέματα σε αυτή τη συνεδρία. Έφτασα στην ώρα μου ως συνήθως και λίγο νωρίτερα. Κάποιες σταγόνες ιδρώτα κυλούσαν από το μέτωπο σημάδι του καλού καιρού αλλά και της εσωτερικής αγωνίας. Κάθε φορά ήταν σαν την πρώτη, λες και θα έδινα πάλι εξετάσεις το αίσθημα, λες κι έδινα εξετάσεις με άγνωστο θέμα. Κάθισα στην πολυθρόνα του διαδρόμου και περίμενα, το μάτι μου έπεσε σε ένα πίνακα του χώρου, θαλασσογραφία το θέμα, ένα καραβάκι στο βάθος, ήρεμη θάλασσα προς τη στεριά, μια υποψία κύματος και σύννεφων στο βάθος, χρώματα από ανοιχτά και γαλήνια μέχρι βαριά και μουντά στο βάθος, δεν ήξερες αν ξημέρωνε η μέρα ή αν έδυε, όλα δισυπόστατα σαν τη διάθεσή μου. Η βαριά φωνή του διέκοψε τις σκέψεις μου:
Γ.: Μπορείτε να περάσετε κύριε Α.
Α.: (περιέργως με άνεση στα βήματα και στο κάθισμα στην πολυθρόνα): Καλησπέρα κύριε Γ.
Γ.: Πως ήταν η εβδομάδα που περάσατε; (μάλλον ερώτηση σπασίματος του πάγου και των εσωτερικών μου σκέψεων)
Α.: Θα την έλεγα καλή, στα πλαίσια της καθημερινότητας, ξέρετε, λίγο διάβασμα, κάποιες βόλτες, ένα σινεμά, τέτοια πράγματα
Γ.: Μάλιστα, από σκέψεις σχετικά με τη σημερινή σας επίσκεψη;
Α.: Αν σας έλεγα ότι δεν την σκεφτόμουν θα έλεγα ψέμματα και κάτι τέτοιο δεν θα ήταν καλό για τη συνέχεια, έτσι γιατρέ μου;
Γ.: Σαφώς κι όχι, πείτε μου αγαπητέ μου λοιπόν, τι πιστεύετε για το θάνατο; Θέλω να μου πείτε αρχικά αν τον σκέφτεστε ως τέλος ή ως νέα αρχή;
Α.: Αρχικά ως τέλος, τουλάχιστον υλικά. Σίγουρα για εμάς που μένουμε πίσω, αν και τελευταία και διαβάζοντας αρκετές Ανατολίτικου τύπου αναφορές όσον αφορά την ψυχή και τις μετενσαρκώσεις πιστεύω για τον ίδιο τον θανόντα μπορεί να είναι και καλύτερα τα πράγματα
Γ.: Έχετε βιώσει απώλεια κοντινού σας ανθρώπου ήδη σε πολύ μικρή ηλικία απ' ότι έχουμε ήδη πει, οι γονείς σας έχουν προσπαθήσει να σας κρατήσουν μακρυά από το θέμα αυτό ή το έχετε συζητήσει;
Α.: Χωρίς να είναι θέμα ταμπού γενικά, νιώθω ότι με προστατεύουν από το συγκεκριμένο, δεν με είχαν πάει μέχρι κάποια ηλικία σε κηδεία, ενώ σαν θέμα γενικά δεν έρχεται και τόσο στη συζήτηση
Γ.: Πείτε μου για την πρώτη φορά που πήγατε σε κηδεία, πως το εισπράξατε;
Α.: Ήμουν 14 ετών, 1η Γυμνασίου συγκεκριμένα, εγώ μαζί με άλλους 4-5 συμμαθητές επιλεχθήκαμε από τον Γυμνασιάρχη (ως τα καλά παιδιά της τάξης μας προφανώς) να παραστούμε ως αντιπροσωπεία στην κηδεία του παπά της ενορίας μας. Εμείς βέβαια το είδαμε ως μια χαρά πρόφαση για ημι-κοπάνα μετά αδείας. Οπότε με το που φτάσαμε στο μνήμα για επικήδειους κλπ δημιουργούμε πηγαδάκι κι αρχίζουμε αστεία, πειράγματα και γέλια. Ευτυχώς δεν μας πήραν χαμπάρι, αλλά νομίζω ότι από εκεί και πέρα άκουγα κηδεία κι έλεγα εντάξει, πάμε να γελάσουμε τώρα
Γ.: Το ότι δεν δεχτήκατε κάποια επίπληξη δε σημαίνει ότι πράξατε και το σωστό έτσι; επίσης δεν μπορώ να δεχτώ ότι το παραπάνω γεγονός σας σημάδεψε κατά τέτοιο τρόπο ώστε να βλέπετε την κάθε είδους απώλεια με αδιαφορία ή με γέλιο και χαρά
Α.: Δηλαδή; τι εννοείτε;
Γ.: Ότι παρότι ήταν η πρώτη άμεση επαφή με νεκρό και την τελετουργία ταφής του εσείς προτιμήσατε να διακωμωδήσετε το γεγονός παρά να σταθείτε και να το αντικρίσετε κατάματα, κάτι σαν εθελοτυφλία αν με καταλαβαίνετε
Α.: Ναι σας καταλαβαίνω, αλλά δεν καταλαβαίνω το γιατί να το κάνω αυτό
Γ.: Πείτε μου, όταν είστε μόνος, ας πούμε πριν κοιμηθείτε, κάνετε σκέψεις περί θανάτου, ας πούμε των γονιών σας;
Α.: Η αλήθεια είναι ότι ναι, έχω κάνει τέτοιες σκέψεις, για την ακρίβεια φτιάχνω σενάρια για το πως θα είναι η ζωή μου χωρίς αυτούς και τι πρέπει να κάνω για να τα καταφέρω
Γ.: Θα θέλατε λοιπόν να μου μιλήσετε για αυτά τα σενάρια; έχει πολύ ενδιαφέρον να σας ακούσω να μιλάτε για αυτά